Η Κλινική Ρεφλεξολογία εφαρμόζεται συμπληρωματικά στην κάθε αγωγή που έχει συσταθεί από τον θεράποντα ιατρό. Η Κλινική Ρεφλεξολογία είναι “Πρακτική Βασιζόμενη σε Ενδείξεις” – Evidence-Based Practice – που προκύπτουν από την έρευνα, την κλινική πρακτική και τις επιθυμίες του ασθενούς.
H Κλινική Ρεφλεξολογία έχει τα εξής βασικά χαρακτηριστικά:
-
Εφαρμόζεται συμπληρωματικά σε κλινικές καταστάσεις οξείες και χρόνιες για την ανακούφιση του πόνου και των συμπτωμάτων της νόσου και όχι τη θεραπεία.
-
Είναι απαραίτητη η ύπαρξη διάγνωσης νόσου ή συνδρόμου από ειδικό ιατρό και όπου δεν υπάρχει, συστήνεται η διερεύνηση από ειδικούς ιατρούς ώστε να υπάρξει.
-
Βασίζεται σε αποτελέσματα κλινικών δοκιμών για την επίδρασή της σε ευρύ φάσμα κλινικών καταστάσεων, σε κατευθυντήριες οδηγίες που τυχόν έχουν εκδοθεί, στην κλινική εμπειρία του Ρεφλεξολόγου, και στις εξατομικευμένες ανάγκες, επιθυμίες και αξίες του ασθενούς (Evidence–BasedPractice*).
-
Οι χειρισμοί βασίζονται στην ανατομία και τη φυσιολογία των λειτουργικών συστημάτων και των ενδογενών μηχανισμών ελέγχου του οργανισμού.
Η Κλινική Ρεφλεξολογία μπορεί να προσδιοριστεί ως «Εφαρμοσμένη Επιστήμη».
«Εφαρμοσμένες» επιστήμες ονομάζονται οι επιστήμες οι οποίες στοχεύουν στην εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης για την επίλυση πρακτικών προβλημάτων και στην ανάπτυξη συστηματικών μεθοδολογιών προς αυτό το σκοπό. Έτσι για παράδειγμα οι επιστήμες υγείας αποτελούν εν πολλοίς εφαρμογή των διαφόρων πεδίων της βιολογίας και της χημείας για την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων. [Wiki]
Σε κάθε περίπτωση είναι επιθυμητή η ενημέρωση του θεράποντος ιατρού του κάθε ασθενούς για τον τρόπο παρέμβασης, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και την τεκμηρίωση στην οποία βασίζεται η παρέμβαση, ώστε να δημιουργηθεί δίαυλος επικοινωνίας και συνεργασίας για το καλό του ασθενούς.
Για την αποτελεσματική άσκηση της Κλινικής Ρεφλεξολογίας απαιτείται διαρκής ενημέρωση:
• Για την ερευνητική δραστηριότητα σχετικά με τη Ρεφλεξολογία.
• Για τις δημοσιεύσεις σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά σχετικά με τη Ρεφλεξολογία.
• Για τις εξελίξεις στη φυσιολογία και ειδικότερα στη νευροφυσιολογία.
• Για τις κατευθυντήριες οδηγίες παγκόσμιων οργανισμών και ιατρικών επιστημονικών εταιρειών.
Απαιτείται επίσης:
• Μελέτη και σχεδιασμός εξατομικευμένων πρωτοκόλλων παρέμβασης σύμφωνα με τα νεώτερα επιστημονικά δεδομένα που προκύπτουν κάθε φορά από την ερευνητική δραστηριότητα και με επίκεντρο τον ασθενή.
• Διαρκής επικαιροποίηση των εξατομικευμένων πρωτοκόλλων ώστε να εναρμονίζονται στα νέα ερευνητικά δεδομένα από τις κλινικές δοκιμές που δημοσιεύονται και τις εκάστοτε κατευθυντήριες οδηγίες των αρμόδιων οργανισμών.
—–
*Η Βασιζόμενη σε Ενδείξεις Πρακτική (Evidence-Based Practice) σε θέματα υγείας, συνιστά τη σύνθεση των βέλτιστων ενδείξεων της έρευνας με την κλινική εμπειρία και τις αξίες του πάσχοντα. Ο συνδυασμός των τριών αυτών στοιχείων οδηγεί στη λήψη κλινικών αποφάσεων με ορθολογικό τρόπο, βελτιστοποιώντας έτσι τις κλινικές εκβάσεις και την ποιότητα ζωής των πασχόντων
[Π.Γαλάνης, ΑΡΧΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ, 2010, 27(3):551-562].